Λεξικά
Γραμματική
Παιχνίδια
Φορείς
Λεξικά
Γραμματική
Παιχνίδια
Φορείς
Αναζήτησε τη μετάφραση μίας λέξης
Αναζήτηση
Στο λεξικό είναι καταχωρισμένα 19831 λήμματα
Μετάβαση στο κυρίως περιεχόμενο
Λέξεις από Γ..
γά
γαά (η)
γααναχλής (ο)
γαβάλ (το)
γαβαλτή (η)
γαβάνα (η)
γαβανέα (η)
γαβανοκέφαλος (ο)
γαβανωτός (ο)
γαβασεύω
γαβγά (η)
γαβγιά (η)
γάβζ (το)
γάβλ (το)
γαβλάεμαν (το)
γαβλαεύω
γαβλάχ (το)
γάβλη γαριάρ
γαβούζ (το)
γαβουρευτός (ο)
γαβουρματσής (ο)
Γαβούχ δαγ (το)
γαβραεύω
γαβράν (το)
γαβρανοκέφαλος (ο)
γαβράσεμαν (το)
γαβρασεύω
γαγγίλιαγμαν (το)
γαγγιλώ
γαγγλάζω
γάγγλασμαν (το)
γαγγρός (ο)
γαγγρούμαι
γαγγρωμένος (ο)
γάγιατ
γάγιατεν
γαγκλάζω
γαγκρούμαι
γάγλε
γάζ (το)
γαζάν κιολι
γαζανεύω
γαζαντουρεύω
γαζάπ (το)
γαζίλ (το)
γαζίν (το)
γαζνάχ (το)
γαζούχ (το)
γάζωμαν (το)
γαζώνω
γαϊδάρας (τα)
γαϊδαράχαντον (το)
γαϊδαρίτσος (ο)
γαϊδαροκέφαλος (ο)
γαϊδαρομούλαρον (το)
γαϊδαροπούλ (το)
γαϊδιράπ (το)
γαϊδιράχαντον (το)
γαϊδιρόμηλον (το)
γαϊδιρομούλαρον (το)
γαϊδουράγκαθο (το)
γαϊδουράπ (το)
γαϊδουρέα (η)
γαϊδουριάρης (ο)
γαϊδουροκλάστες (ο)
γαϊδουρόμηλον (το)
γαϊδουροσύνια (η)
γαϊδουροφόρτ (το)
γαΐκ (το)
γαΐλα (η)
γαϊλά τσιτσεγίν (το)
γαϊλιά (η)
γαίμα (το)
γαιματούμαι
γαΐμκα
γαϊμλαεύω
γαΐμς (ο)
γαϊναμά (η)
γαΐπ (το)
γαϊπτάν
γαϊράτ (το)
γαϊρατλής (ο)
γαΐρεμαν (το)
γαϊρέτ (το)
γαϊρεύκουμαι
γαϊσώνω
γαϊτά (η)
γαϊτάν (το)
Γαϊτάνα (η)
Γαϊτάντζ (ο)
γαϊτιάν (το)
γαϊτόντζ (ο)
γαϊχέα (η)
γαϊχτζιλούχ (το)
γαλά (η)
γάλα γάλα
γαλαζανίν (το)
Γαλάζερα (η)
γάλαν (το)
γαλαπαλούχ (το)
γαλάτα (η)
γαλατάρ (το)
γαλατάρκον (το)
γαλατέα (η)
γαλατερόν (το)
γαλατζούγουν (το)
γαλατίτσα (η)
γαλατοζώμ (το)
γαλατοκολόκυθον (το)
γαλατομάλεζον (το)
γαλατοπούσιντα (τα)
γαλατοσύρβ (το)
γαλατοφάι (το)
γαλατοχάβιτσον (το)
γαλαφόρα (η)
γαλαχίτα (η)
γαλαχτίτα (η)
γαλέ χουλέν
γαλενά
γαλενίζω
γαλένιον (το)
γαλένισμαν (το)
γαλενός (ο)
γαλέντσια (τα)
γαλετσός (το)
γαλέχουλιον (το)
γαληνεύω
γαλήνη (η)
γαλήψιμον (το)
γάλια - γάλια
γάλιπα
γαλίπα (τα)
Γαλλίαινα (η)
γαλμαγάλ (το)
γαλμαγαλής (ο)
γαλμαγαλτζής (ο)
γαλομάζελον (το)
γαλοσίρβ (το)
γαλοστάτε (η)
γαλοστάτες (ο)
γαλόψωμον (το)
γαλπάχ (το)
γαλπαχόπον (το)
γαλπλάεμαν (το)
γαλπλαεύω
γαλπλούχ (το)
γάλπς (ο)
γαλπωτός (ο)
γαλταρμά (η)
γαλτουρούμ (το)
γαλτσεύω
γαμά (η)
γαμαρίζω
γαμαρισμένος (ο)
γαμές (το)
γαμέτα (τα)
γαμετόν (το)
γαμίς (το)
γαμισνένες (ο)
γαμοκέρ (το)
γαμόπιστος (ο)
γάμος (ο)
γαμόστολον (ο)
γαμοστόλος (ο)
γαμπίν (το)
γαμπούρης (ο)
γαμπροκάλεσμαν (το)
γαμπροκούρ (το)
γαμπρολάλα (τα)
γαμπροπαρδαλέματα (τα)
γαμπροσκάμν (το)
γαμπροφούστορον (το)
γάμπωμαν (το)
γαμπώνω
γαμψέα (η)
γαμψίν (το)
γαμώ
γανάτ (το)
γαναχτώ
γανλής (ο)
γανξίν (το)
γαντάρ (το)
γαντουρεύω
γανώλα (τα)
γανώνα (τα)
Γαπά Κιλσέ (το)
γαπανεύκουμαι
γαπάρμουτι (το)
γαπατεύω
γαπάχ (το)
γαπαχλής (ο)
γαπούχ (το)
γαρά (η)
Γαρά πίρ (το)
Γαράγαγια (η)
γαραγόλ (το)
γαραγούζα (η)
γαράγουλαχ (το)
γαράζ (το)
γαράϊμισον (το)
γαραϊμισόφυλλον (το)
γαραϊψούζκα
Γαρακιοζάντων (το)
γαράκιοτα (τα)
Γαράκοτιλ (το)
γαραλαεύω
γαραλαΐζω
γαραλάισμαν (το)
γαραμάνος (ο)
γαραμασούης (ο)
γαραμάτ (το)
γάραμψον (το)
Γαραουτσάντων (το)
γαράρ
γαραρτέας (o)
γαραρτεύω
Γαρασαρέτες (ο)
Γαράσαρη (η)
Γαρασαρώτος (ο)
γαρασούζκα
Γάρατσα (η)
Γαρατσορά (η)
Γαραφίλα (η)
Γαραφούλα (η)
γάραψον (το)
Γαργάαινα (η)
γαργαζόνα (η)
Γαργάκινα (η)
γαργαλάτσια (τα)
γαργαλιδιάζω
γαργαρίζω
γαργασεύω
γαργουλέ (η)
γαρδέλ (το)
γαρδελιάζω
γαρδιλώνω
Γαρεντή (η)
γαρέρ (το)
γαρή (η)
γαριάρ
Γαριπάντων (του)
γαριπλανεύκουμαι
γαριπλούχ (το)
γαρίπς (ο)
γαρίτσα (η)
γαρκόν (το)
γάρναν
γαρνασεύω
γαρσί
γαρσιλαεύω
γαρσού
γάρταλον (ο)
γάρταλος (ο)
γαρτλαεύω
γάρτς (ο)
γαρυπεύκουμαι
γαρχλανεύκουμαι
γασαχού (η)
γαστρίν (το)
γαστρούμαι
γαστρώνω
γάτ (το)
γατά (η)
γαταγιανά
γαταρλαεύω
γατεύω
Γατί ισλά
γατιρτσής (ο)
γατμάρ (το)
γατουγάης (ο)
γατρά (η)
γατσαγανίζω
γατσάχ (το)
γατσάχς (ο)
γάτσουρας (ο)
γατσουρεύω
Γατσουρμά (η)
γαύλ (το)
γαχπαλούχ (το)
γδέρω
γειάνω
γεϊλέ (η)
γειτονάς (ο)
γειτονία (η)
γεϊτσής (ο)
γέκτεν
γελαστέας (ο)
γέλος (το)
γελουσία
γελώ
γεμένια (τα)
γεμενίν (το)
γεμενιτσής (ο)
γεμενιτσίδικον (το)
γεμενιτσιλούχ (το)
γεμίσ (το)
γεμίτ (το)
γεμουρόμηλον (το)
γέν (το)
γενέας (τα)
γενειάδα (η)
γενιλαεύω
γενίν (το)
γενιτάν
γενίτσαρος (ο)
γεννεμασέα (η)
γεννεπλασία (η)
γεννετός (ο)
γεννέτρα (η)
γεννημασέα (η)
γεννήματα (τα)
γεννητά (τα)
γεννοπλάσκουμαι
γεννώ
γενουτζής (ο)
γενουτζιλούχ (το)
γεντζά (η)
γεντζιά (η)
γέρ πεΐν
γερά (η)
γεράκ (το)
γερακόπουλον (το)
γεραλαεμένος (ο)
γεραλαεύκουμαι
γεραλαεύω
γεραλής (ο)
γεραλούς (ο)
γερανέες (ο)
γερανέον (το)
γερανίζω
γερανοφόρος (ο)
Γεράντων (του)
γεργάν (το)
γεργερίντζας
γέρεβιν (το)
Γερή (η)
γεριανίν (το)
γερίν (το)
γερινέ
γερίτσος (ο)
γερλασεύω
γερλεσεύω
γερλής (ο)
γερμανόν (το)
γερμάς (ο)
γέρον (ο)
γέρονος απίδ (το)
γεροντιακός
γερόντικον (το)
γεροντοκόριτσον (το)
γεροντώ
γέρος (ο)
γερουσία (η)
γερώ
γεσιαλίν (το)
γεσίλκον (το)
γεσίρ (το)
Γεσίρ' Ογλού (του)
γετάκ (το)
γετασιάν
γετίμ (το)
γετίμιν (το)
γετιστουρεύω
Γετουρμάζ (το)
γεφλανεύκουμαι
γεφύρ (το)
γεφυρόλιθον (το)
γεφυροπόδ (το)
γεφυροσκάλ (το)
γεφυρώνα (η)
γήλες (ο)
γηλόφ (το)
Γήρ Σεχίρ (το)
Γήργιορ (το)
γηρεοφόρος (η)
γήτεμαν (το)
γητεύω
γιά
για τ ατόν
για τ εμέν
για τ εσέν
για τιδέ και τιδέν
γιαβάν (το)
γιαβανλούχ (το)
γιαβάντς (ο)
γιαβανωσύνα (η)
γιαβανωτός (ο)
γιαβάρτς (ο)
γιαβασάν (το)
γιαβάσια
γιαβέρτς (ο)
γιαβριλαεύω
γιαβρίν (το)
γιαγγιλεύκουμαι
γιαγιάντς (ο)
γιαγκάης (ο)
γιαγκεσιτσής (ο)
γιαγκίν (το)
γιαγκλής (ο)
γιαγκλίσα
Γιάγκος (ο)
γιαγκουλεύκουμαι
γιαγκούν (το)
γιαγκούν γερασί (το)
γιαγλαέτσα (η)
γιαγλής (ο)
Γιαγλήτερε (η)
γιαγλί φουντούκ (το)
γιαγλία (τα)
γιαγλιά (τα)
γιαγλιάδες (οι)
γιαγλίν (το)
γιαγλούκ (το)
γιαγλουκέα
γιαγλωμένον σκεύος
γιαγλώνω
γιαγμαλαεύω
Γιαγμούρ Δερέ (η)
γιαγούζ (το)
γιαγουλεύκουμαι
γιαγούρ (το)
γιαζί (το)
γιαζία (τα)
γιαζίν (το)
γιαζιτσής (ο)
γιαζίχανε (η)
γιαζλούχ (το)
γιαζμά (η)
γιάι (το)
γιαϊγαρά (η)
γιαϊγαρατζής (ο)
γιαϊλά (η)
γιαϊλαεύω
γιαϊλέ (η)
γιαϊλεύκουμαι
γιαϊλής (ο)
γιαϊλίμ (το)
γιακά (η)
γιακαλαεύω
γιακαράδες (τα)
γιακατσάνικον (το)
γιακούμ (το)
γιακούσ (το)
γιακουσεύω
γιαλάκ (το)
γιαλάκριν (το)
γιαλαντζής (ο)
γιαλαντζίν (το)
γιαλάχ (το)
γιαλαχέα
γιαλέα (η)
γιαλέτες (ο)
γιαλικέντρα (η)
γιάλλαχ
γιάλλος (ο)
γιαλνίς (το)
γιαλόν (ο)
Γιαλός (ο)
γιαλόχειλον (το)
γιαλτούζ (το)
γιαλτουζλής (ο)
γιαλτουρεύω
γιαλτσίν (το)
γιάμ
γιαμαντά (η)
γιαμασκούλα (η)
γιαμάτς (το)
γιαματσά (η)
γιαμζόπον (το)
γιαμουρλούκ (το)
γιαμπουλίζω
γιαμπουλιστέρ (το)
γιαν (το)
γιάν ατ
γιάν γιανά
γιάν ιμ
γιανασεύω
γιανασμά (η)
γιαναστουρεύω
γιανατσάκ (το)
γιάναχριν (το)
γιανγιανεύω
γιάνια
Γιανίγαρας (ο)
γιανίζ
γιανίζω
γιανίκαρας (ο)
γιανλαεύω
γιάνλαχ
Γιαννακάντων (το)
Γιαννάντων (το)
γιαννασεύω
γιαννίζω
Γιαννίκα (η)
Γιαννίτς (ο)
γιανσούζης (ο)
γιαντές (το)
γιαούζ (το)
γιαπαγούν (το)
γιαπάν (το)
γιαπάν' μελετί
γιαπανίν (το)
γιαπή (η)
γιαπί (το)
γιαπίν (το)
γιαπιντσάκ (το)
γιαπμά (η)
γιαπουντσά (η)
γιαπτιρεύω
γιαπτουρεύω
γιάρ (το)
γίαρ (το)
γιαραεύω
γιαρατεύω
Γιαρένος (ο)
γιαρί γιαριγά
γιαρί παχασινά
γιαριανλίχ (το)
γιαριγιά
γιαριλουγά
γιαριμπώνω
γιαριμώνω
γιαρμά (η)
γιαρμάν (η)
γιαρματσά (η)
γιαρματσάδας (τα)
γιαρματσιάν (η)
γιαροπέρβολον (ο)
γιαρούς (το)
γιάρτ (το)
γιάρτα (η)
γιάρτι
γιάρτι γιάρτικα
γιάρτικαν
γιαρτίμ (το)
γιαρτιμτζής (ο)
γιαρτιμτζιλούχ (το)
γιάσα
γιασαεύω
γιασάκ
γιασατουρεύω
γιασεμίν (το)
γιάσια
γιασίκ (το)
γιάσικον (το)
γιασίλ (το)
γιασιλαεύω
γιασιμίν (το)
γιασίρ (το)
γιασιρόπον (το)
γιασλαμά (η)
γιασλανεύκουμαι
γιασλανευτά
γιασλανεύω
γιασλαντουρεύω
γιασμά (η)
γιασμακούλα (η)
γιασούκ
γιαστίκια (τα)
γιαστούχ (το)
γιαστουχλαεύω
γιατάγ (το)
γιαταγάν (το)
γιατάχ (το)
γιατές (το)
γιατικιάρ (το)
γιατοστουρεύω
γιατούκ (το)
γιατούχς (ο)
γιατράβα (η)
γιατρεία (η)
γιάτρεμαν (το)
γιατρεύω
γιατροσόφ (το)
γιατροσύνη (η)
γιατσιίν (το)
γιατσίν (το)
γιαχά (η)
γιαχαλούχ (το)
γιαχάν (το)
γιαχλίν
γιάχοτ
γιαχού (η)
γιαχσούζ (ο)
γιβ (το)
γιβλής (ο)
γιγκλώνω
γιγουτλούχ (το)
γιγούτς (ο)
γιέν (το)
γιεντζεάν (η)
γιετέρ
γιζέπ
γικ (το)
γικλούκ (το)
γικόπον (το)
γίκωμαν (το)
γικώνω
γιλάβ (το)
γιλάρ (το)
γιλγούνια
γιλγουνλαεύω
γιλγουνλούχ (το)
γιλγούνς
γιλγούντς (o)
γιλγουνωτός (ο)
γιλεύω
γιλιάτα
γιλντούρεμαν (το)
γιλντουρεύω
Γιλτούζα (η)
Γιλτούντς (ο)
γιλτουρούμ (το)
γιλχούν (το)
γιλώπ (το)
γιλώφ (το)
γινάτ (το)
γινωμένος
γιόκ
γιόκας (ο)
γιοκλαεύω
γιοκούς (το)
γιολάεμαν (το)
γιολαεύω
γιολατουρεύω
γιολκιάν (το)
γιολούκια (τα)
γιολτζής (ο)
γιολτζιλούχ (το)
γιολτσής (ο)
γιόν (το)
γιοντζά (η)
γιόξα
γιόξαμ
γιόξιμ
γιοξουζλούχ (το)
γιοξούης (ο)
γιοπάης (ο)
γιορ λαΐφ
γιοργανλούχ (το)
γιοργαντζής (ο)
γιοργαντζιλούχ (το)
γιοργούν καβεσί (το)
Γιορδαμοπόταμος (ο)
Γιορδάμς (ο)
γιορτακή (η)
γιορτάν (το)
γιοσμαλανεύκουμαι
γιοσμαλία
γιοσμαλίκ (το)
γιοσμαλούκ (το)
γιοσμαλούχ (το)
γιοσμάς (ο)
γιοσμάσα (η)
γιουγούν ζώον (το)
Γιούδας (ο)
γιούδουλον (το)
γιούζ καρασί (το)
γιούζ που γιούζ
γιούζπασης (ο)
γιουλντουρούμ (το)
γιουλτουρούμ (το)
γιουμά (η)
γιουμπρούκ (το)
γιουρεΐς (το)
γιούρια (η)
γιουρούς (το)
γιούρτ (το)
γιούρτιν (το)
γιουρτούκος (ο)
γιουτουρεύω
γιουφκά
γιουχά (η)
γιόχ
γιοχά (η)
γιοχάδες (τα)
γιοχλάεμαν (το)
γιοχλαεύω
γιόχσα
γιργιλίτσια (τα)
γιριεύω
γιρμιλούχ (το)
γιρσετάρος (ο)
γιτουρεύω
γιτπάτ
γιφκάνια (τα)
γιώτα
γκαϊντανόφρυδος (ο)
γκάμα (η)
γκαράζ (το)
γκασμάς (ο)
γκεβεζές (ο)
γκέμι (το)
γκερταλούχ (το)
γκεσέμ (το)
γκιαβουρλάρ (οι)
γκιαούρ (ο)
γκιοβτιάν (το)
γκιόζταση (η)
γκιουβέτς (το)
γκιουβέτσι (το)
γκόλπιον (το)
γλέγη (η)
γλείφτω
γλείφω
γλέπ (το)
γλέπια (τα)
γλετσέας (ο)
γλετσιαρία (η)
γλιάζω
γλιασίος (ο)
γλιάσκουμαι
γλίασμαν (το)
γλιαστερός (ο)
γλιθιάζω
γλίνα (η)
γλίος (ο)
γλιτωμονή (η)
γλιτώνω
γλοιάζω
γλοιούμαι
Γλούβενα Άνω και Κάτω (η)
γλουπέκς (ο)
γλουπίζω
γλουπιμένος
γλουπισμένος (ο)
γλουτισμένος (ο)
γλοφώνω
γλοφωτίζω
γλυκάναλον (το)
γλυκάνισον (το)
γλυκάντζ (το)
γλυκάντς (το)
γλυκασέα (η)
γλύκαση (η)
γλυκέα (τα)
γλυκέα γεράδας (τα)
γλυκέας (τα)
γλυκέθκουμαι
γλυκιάσκουμαι
γλυκίν (το)
γλυκοζώμ (το)
γλυκοκαλάτσεμαν (το)
γλυκοκαλάτσευτος (ο)
γλυκοκολόγκυδον (το)
γλυκοκολόγκυθον
γλυκόλαλος (ο)
γλυκόμηλον (το)
γλυκόρριζα (η)
γλυκός (ο)
γλυκόστομος (ο)
γλυκοσύντζαιμαν (το)
γλυκοσύντζωμαν
γλυκοτέρεμαν (το)
γλυκοτερώ
γλυκοχάντζια (τα)
γλυκοχαράζ
γλυκοχάραμαν (το)
γλυμμένος
γλύνω
γλύσιμον (το)
γλύσκουμαι
γλυτσύ (το)
γλύτωμαν (το)
γλυτωμονή (η)
γλύφ
γλυφίδ (το)
γλυφίδιν (το)
γλυφοδόνω
γλυφού (η)
γλυφώνω
γλωθάκα (η)
γλώσσα (η)
γλωσσαρία (η)
γλωσσέας (ο)
γλωσσεύω
γλωσσιαρία (η)
γλωσσίτα (η)
γλωσσίτσα (η)
γλωσσοτρώω
γναεύω
γνάθα (τα)
γναθίν (το)
γνάθον (η)
γναφία (τα)
γναφίν (το)
γνέθσιμον (το)
γνεσίον (το)
γνεφιζμένος (ο)
γνεφιζμέντσα (η)
γνεφίζω
γνώθω
γνωριμάουμαι
γνωριμιάκουμαι
γνωριμίαν (η)
γνωριμιάουμαι
γνωριμιάσκουμαι
γνωρισεύκουμαι
γνωρισκεύκουμαι
γνώσ (η)
Γνωσία (η)
γνωστεύω
γνωστικά
γνωστικός (ο)
γογγύζω
γογγυλομμάτς
γόγγυλον (το)
γογγυλώνω
γόγιαμ
Γοδανάντων (το)
Γόδαννα (η)
γοϊμσής (ο)
γόλ (το)
γολά ιμ (το)
γολάα
γολάγλια (τα)
γολάι (το)
γολαϊλαεύω
γολαϊλής (ο)
γολαϊλούχ (το)
γολάιν ατ εύρεν
γολαϊτάν
γολγόν (το)
γολγονίσματα (τα)
Γολή (η)
γόλια (τα)
γολτούχ (το)
γολτουχωτός (ο)
γομάρ (το)
γομαράζω
γομάρι (το)
γομάτον (το)
γομάτος
γομονόης (ο)
γομούμαι
γόμωμαν (το)
γομώνω
γομώσματα (τα)
γομωτωτός (ο)
γοναλής (ο)
γοναλτά (η)
γοναμάτ
γονατεκλισία (η)
γονατοκλισία (η)
γονατοκλυσίας (τα)
γόνατον (το)
γοναφάτ (το)
γονάχ (το)
γοναχλούχ (το)
γονάχς (ο)
γοναχωτός (ο)
γονέας (ο)
γονέοι (οι)
γονέος (ο)
γονεύω
γονικά (τα)
γονικάς (τα)
Γονοπώλ (το)
γονουσάνος (ο)
γονουσευτά
γονουσεύω
γοντάχιν (το)
γοντζεάζω
γοργουλούχ (το)
γορδιλομμάτς (ο)
γορδίλτς (ο)
γορδιλώνω
γορός (το)
γορόσια (τα)
γορουχτσής (ο)
γοσάν (το)
γοσεύω
γοσιά (η)
γοσιεύω
γοτζαμάνος (ο)
γότς (το)
γοτσάν
γοτσάπασης (ο)
γοτσιά
γοτσιαμάνος (ο)
γουβαλαεύω
γουβάν (το)
γουβίζω
γουβίν (το)
γουβόπον (το)
γουβρανεύκουμαι
γουγεμέτ (το)
γουγιαμάτ (το)
γουγιαμιάτα (τα)
γουγιεύω
γουγκαρίζω
γουδίν (το)
γουδουλίζω
γουδοχέρ (το)
γουεύω
γούζ
γουζάζω
γουζγούνα
γουζγουντζής (ο)
γουζεύω
γουζίν (το)
γουζμίν (το)
γούζογλάν (το)
γουζούγορτιν
γουζουλαεύκουμαι
γουζουλανεύκουμαι
γουζουλαντουρεύω
Γουζούλκιοϊ (το)
Γουζουλού (η)
γουζουλούτ (το)
Γουζούλπαης (ο)
γουζουλτσίχ (το)
γούζουμ (η)
γουζωτός (ο)
γουή (η)
γουϊμάτ (το)
γουϊματλής (ο)
γουίν (το)
γουϊρουχλής (ο)
γούλ (οι)
γούλ γουρπάν
γούλα (η)
γουλάβ (το)
γουλαβλαεύω
γουλάν (to)
γουλαναμένον (το)
γουλανεύκουμαι
γουλανεύω
γουλαουζλαεύω
γουλαουζλούχ (το)
γουλαούης (ο)
γουλαρία (η)
γουλάς (το)
Γουλάτ (το)
γουλάτς (το)
γουλάχ (το)
γουλέας (ο)
γούλεμαν (το)
γουλέντζα (η)
γουλέντρα (η)
γουλία (τα)
γουλιάρτς (ο)
γουλίφ (το)
γουλοκόφτω
γουλόπονος (ο)
γουλούτς (το)
γουλούφ (το)
Γούλπαρ (το)
γουλτώνω
γουλώνω
γούμ (το)
γουμάρ (το)
γουμενείον (το)
γούμενος (ο)
γουμέντζα (η)
γουμέντσα (η)
Γουμερά (η)
γουμία (τα)
γουμσάλ χωράφ (το)
γουναλίν (το)
γουνάπ (το)
γούνατζης (ο)
γουντάχ (το)
γουνταχέα (η)
γουνταχλαεύω
γουντέρ (το)
γουντζιάζω
γουντίν (το)
γουντσιάζω
γούρ (το)
γουρ γουρ
γουραλούχ (το)
γουρατάν (το)
γουράτς (το)
γουράχ (το)
Γουργενή (η)
γουργουλίτς (το)
γουργουρίζω
γουρδουγκέλ (το)
γουρδουγκελάζω
γουρδουγκελώ
γουρεμένον (το)
γουρεύκουμαι
γουρεύω
γουρεύω το τραπέζ
γουρζούλ (το)
γουρζούλα (τα)
γουρζουλαεύω
γουρζουλάς (ο)
γουρζουλάσπαχτος (ο)
γουρζουλιάεται
γουρζουλιάουμαι
γουρζουλοπούλ (το)
γουρζουλοσπαγμένος (ο)
γουρζουλόσπαχτος (ο)
γουρζουλοφάι (το)
γουρζούχ (το)
γουρλής (ο)
γουρλία (τα)
γουρλίν (το)
γουρλωτός (ο)
γουρνά (η)
γουρνίν (το)
γουρνόν (το)
γουρνούμαι
γουρνύομαι
γούρος (ο)
γουρούδ (το)
γουρουδάρκον
γουρουδέας (ο)
γουρουδιάζω
γουρουδιώ
γουρούμ (το)
γουρουμλής (ο)
γουρουμσούης (ο)
γουρούν (το)
γουρουντή (η)
γουρουτζής (ο)
γουρουτζουλούχ (το)
γουρούχ (το)
Γουρουχλή (η)
Γουρουχλί (το)
γουρουχτζής (ο)
γουρουχτσής (ο)
γουρπάν (το)
γουρπάν σ εσέν
γουρπάτ (το)
γουρπατζής (ο)
γουρσούζης (ο)
γουρσουζλεμέ (η)
γουρσούης (ο)
γουρστούρεμαν (το)
γουρστούρευναι
γουρταλαεύω
γουρταραεύνε
γουρταραεύω
γουρτάρεμαν (το)
γουρταρεύκουμαι
γουρταρεύω
γουρταρομονή (η)
γουρτάσανα (η)
γουρτεύτεν το ποδάριμ
γουρτεύω
γουρτζανίζω
Γούρτινη (η)
γουρτσανίζω
γούς
γούς (το)
Γούσγαγια (τα)
γουσή αϊτέντς
γουσλούχ (το)
γουσμά
γουσμάτ (το)
γουσμούς (το)
γούσποντα
γούσποτα
γουστούρεψα
γουστράδας (τα)
γουστράχ
γούτ (το)
γουτλούχ (το)
γουτνίν (το)
γούτος (ο)
γουτουργά (η)
γουτουρεμένον (το)
γουτουρεμένος
γουτουρεύω
γουτουρομονή (η)
γραγού (η)
γραγρού (η)
γραία (η)
γραιάδες (οι)
γραίας μήλον (το)
γραιΐτσα (η)
γραίος (ο)
γραιπούτζα (η)
γράμμαν (το)
Γραμμάτα (η)
γραμματισμέντσα (η)
γραμπελίδ (το)
γραμπούλα (η)
γρανάτα (η)
γράντζ (το)
γράνω
γραού (η)
γράσιμον (το)
γρασιμονή (η)
γράσκουμαι
γρασμένος (ο)
γρατζανίζω
γραφή (η)
γραφουλίζω
γράφτω
γράφω
γριάνω
γριβωμένος
γριβώνω
γριζέα (η)
γρίζεμαν (το)
γριζεύω
γριζομάκελλον (το)
γρικισμένος
γριλεύκουμαι ασά γέλτα
γριλεύω
γριμαλίζω
γριμαλώνω
γριμψέας (ο)
γρίμψιος (ο)
γριμψώνω
γριντζαλίζω
γριντζαμώνω
γριντζανίζω
γριντζέας (ο)
γριντζιανίζ
γριντζίλα (τα)
γριντζουνίζω
γριντζώνω
γριντσαφώνω
γριντσίλ (το)
γριτζίλ (το)
γροικώ
γρόσι (το)
γρουντζουνίζω
γροφώνω
γρύ
γρυλίζω
γρυλισμός (ο)
γρυμφώνω
γρύψιον
γυαλαρί (το)
γυαλένεν (το)
γυαλίν (το)
γυναίκα (η)
γυναικάδελφος (ο)
γυναικαδέλφσα (η):
γυναικαρείον (το)
γυναικίζω
γυναίκικος (ο)
γυναικούδια (τα)
γυναικωτός (ο)
γύνιν (το)
γυούρου
γυουφτοπούλ (το)
γυούφτος (ο)
γυράλευρον (το)
γύρε
γύρεμαν (το)
γυρευέσα (η)
γυρευήδες (οι)
γυρευός (ο)
γυρευού (η)
γυρεύω
γυρεψίον (ο)
γυριάζω
γυρίζω
γυριλάς (ο)
γυρίον (το)
γυριστός
γυροκλώθω
γυροκλώσκουμαι
γυρόκλωσμαν (το)
γυροκόπουμαι
γυροκόφτω
γυρόλιθον (το)
γύρτσον
γύρω
γύρωμαν (το)
γωλάν (το)
γωνέα (η)
γωνοδίτκα (τα)
γωνοκόλ (το)