Προέλευση: τουρκική
Παράδειγμα: Δύο άντροι εκονουσ̌εύανε σον καϊβέ. (Ιδίωμα: Οινόης)
Ενεστώτας: κονουσ̌εύω Παρατατικός: εκονούσ̌ευα Μέλλοντας: θα/ χα/ α κονουσ̌εύω Αόριστος: εκονούσ̌εψα
Σχόλιο: αναλογικός σχηματισμός, εύχρηστο σε ορισμένους τύπους.