Αναζήτησε τη μετάφραση μίας λέξης

Στο λεξικό είναι καταχωρισμένα 19831 λήμματα

γονουσεύω [Ρήμα]

Γραφή στην Ποντιακή: γονουσ̌εύω Προφορά: γονουσεύω
  1. μιλώ, συζητώ Πηγή: Λεξικό της Ποντιακής Διαλέκτου Στάθη Αθανασιάδη (Γεροστάθη)

    Προέλευση:
    τουρκική, από την τουρκική λέξη konuşmak

    Ιδίωμα:
    Σαντάς

    Παράδειγμα:
    Έλα του βραδί’ σ’ οσπίτ’ και γονουσ̌εύομε.

  2. ομιλώ, συνομιλώ Πηγή: Ελληνικό Λεξικό Ποντιακής Διαλέκτου - Πολυχρόνη Ι. Μαυροκεφαλίδη

Παρατηρήσεις - Σχόλια