Αναζήτησε τη μετάφραση μίας λέξης

Στο λεξικό είναι καταχωρισμένα 19831 λήμματα

σιτλήν (το) [Ουσιαστικό]

Γραφή στην Ποντιακή: σιτλήν' Προφορά: σιτλήν
  1. ρυζόγαλο Πηγή: Λεξικό της Ποντιακής Διαλέκτου Στάθη Αθανασιάδη (Γεροστάθη)

    Προέλευση: Τούρκικη

    Ιδίωμα: Αργυρούπολης

    Παράδειγμα:
    Τ’ εμπονέστια σιτλήν και χαλβάν εφτάγνε. Αλλού σουτλάσ.

Παρατηρήσεις - Σχόλια